To medisyn.eu βραβεύτηκε με τον έπαινο "Dynamic New Comer" στην κατηγορία Εφαρμογή B2B Ηλεκτρονικού Εμπορίου 2015

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

Ενημερωθείτε για την εργαστηριακή εξέταση που σας ενδιαφέρει με τη βοήθεια του καταλόγου μας.

Mybrca_v4

New_genetic-01

Bgi_brca

Bgi_vista

Cardio_dna

Cancer_risk

Mybrca_v3

Nutrifit

Allergy-catalogue-banner

Τριιωδοθυρονίνη ολική (T3)

T3, 3,5,3'- τριιωδοθυρονίνη, T3 (Triiodothyronine) Total, ΤT3, Total T3
Κλινική χρησιμότητα

Στη  διάγνωση και τη θεραπεία θυρεοειδοπάθειας

Δεν συνιστάται για έλεγχο ρουτίνας του θυρεοειδούς.

Προετοιμασία εξεταζομένου

Δεν υπάρχει καμία ειδική διαιτητική απαίτηση πριν από τη συλλογή δείγματος.

Δώδεκα ώρες πριν από αυτή την εξέταση αίματος ο εξεταζόμενος δεν πρέπει να λαμβάνει πολυβιταμίνες ή τα συμπληρώματα διατροφής που περιέχουν βιοτίνη ή βιταμίνη Β7.

Δείγμα

Ορός που συλλέγεται σε συνήθη σωληνάρια δειγματοληψίας ή σε σωληνάρια που περιέχουν γέλη διαχωρισμού χωρίς αιμόλυση και έντονη λιπαιμικότητα. Αποχωρισμός του ορού από το θρόμβο ή τα κύτταρα εντός 45 λεπτών και συντήρηση σε πλαστικό σωληνάριο. Δεν υπάρχει δυνατότητα πολλαπλών κύκλων κατάψυξης-απόψυξης του δείγματος.

Σταθερότητα δείγματος

Για 24 ώρες σε θερμοκρασία 15-25°C ή για 2 ημέρες σε θερμοκρασία 2-8°C και τουλάχιστον για 30 ημέρες σε θερμοκρασία -20°C.

Μη αποδεκτό δείγμα

Αιμολυμένα ή με έντονη λιπαιμικότητα δείγματα. Δείγματα που περιέχουν κυτταρικό υλικό.

Μεταφορά δείγματος

0,5 mL ως ελάχιστος όγκος σε θερμοκρασία 2-8°C

Μέθοδος CLIA
Τιμές αναφοράς

Εκφράζονται  σε nmol/L (nmol/L x 65,09998 → ng/dL)

Αναλυτική ευαισθησία (κατώτατο όριο ανίχνευσης) : 0,15 nmol/L

Ηλικία

Άνδρες - Γυναίκες

1 - 12 μηνών
1 - 5 ετών
5 - 10 ετών
10 - 15 ετών
15 - 20 ετών

1,6 - 4,3
1,6 - 4,1
1,4 - 3,9
1,3 - 3,3
1,2 - 3,2

>20 ετών

0,9 - 2,8

Παρατηρήσεις

Η τριιωδοθυρονίνη (3,5,3'-L-τριιωδοθυρονίνη, T3) είναι μια ορμόνη που προκύπτει απευθείας με σύνθεση και έκκριση από τον θυρεοειδή αδένα (περίπου 20%) και από περιφερική μετατροπή T4 σε T3 (περίπου 80%).1 Η T3 εκκρίνεται στην κυκλοφορία ως απόκριση της ορμόνης TSH (θυρεοειδοτρόπος ορμόνη) της υπόφυσης. Η έκκριση της T3 ρυθμίζεται από έναν μηχανισμό αρνητικής ανάδρασης που περιλαμβάνει τον θυρεοειδή αδένα, την υπόφυση και τον υποθάλαμο. Παρότι τα επίπεδα της T3 στον ορό είναι χαμηλά, έχει μεγαλύτερη βιολογική δραστικότητα σε σύγκριση με την T4.

Στην κυκλοφορία, το 99,7% της T3 είναι αντιστρεπτά δεσμευμένο σε πρωτεΐνες μεταφοράς, κυρίως στη θυρεοδεσμευτική σφαιρίνη (TBG) και, σε μικρότερο βαθμό, στην αλβουμίνη και στη θυρεοδεσμευτική προαλβουμίνη (TBPA). Η μη δεσμευμένη ή ελεύθερη T3 είναι μεταβολικά δραστική και η δεσμευμένη T3 είναι μεταβολικά αδρανής και δρα ως αποθήκη της ελεύθερης T3.

Οι συγκεντρώσεις TBG παραμένουν σχετικά σταθερές σε υγιή άτομα. Ωστόσο, η κύηση, η περίσσεια οιστρογόνων, ανδρογόνων, αναβολικών στεροειδών και γλυκοκορτικοειδών είναι γνωστό ότι μεταβάλλουν τα επίπεδα της TBG και μπορούν να προκαλέσουν ψευδείς τιμές θυρεοειδικών ορμονών κατά τις εξετάσεις λειτουργίας του θυρεοειδούς. Σε αυτές τις καταστάσεις, τα επίπεδα T3 μπορεί να μην αντικατοπτρίζουν με ακρίβεια την κατάσταση των θυρεοειδικών ορμονών.

Η κύρια δυσλειτουργία του θυρεοειδούς αδένα μπορεί να οδηγεί σε απελευθέρωση επιπέδων T3 ή T4 που είναι υψηλότερα (υπερ) ή χαμηλότερα (υπο) από τα φυσιολογικά επίπεδα. Επιπρόσθετα, καθώς η λειτουργία του θυρεοειδούς επηρεάζεται άμεσα από την TSH, η δυσλειτουργία της υπόφυσης ή του υποθαλάμου επηρεάζει τη δραστηριότητα του θυρεοειδούς αδένα. Τυχόν νόσος σε οποιοδήποτε τμήμα του συστήματος θυρεοειδούς- υποθαλάμου-υπόφυσης μπορεί να επηρεάσει τα επίπεδα T3 και T4 στο αίμα.

Διαγνωστικά, η συγκέντρωση T3 είναι περισσότερο ευαίσθητη σε συγκεκριμένες παθήσεις του θυρεοειδούς σε σύγκριση με την T4. Αν και τα επίπεδα T4 είναι ένας ευαίσθητος (και ανώτερος) δείκτης υποθυρεοειδισμού, τα επίπεδα T3 στο αίμα καθορίζουν καλύτερα τον υπερθυρεοειδισμό.

Επειδή η συγκέντρωση T3 στον ορό μεταβάλλεται ταχύτερα και πιο έντονα σε σύγκριση με τη συγκέντρωση T4, το επίπεδο T3 αποτελεί επίσης άριστο δείκτη της ικανότητας του θυρεοειδούς να ανταποκρίνεται τόσο σε εξετάσεις διέγερσης όσο και σε εξετάσεις αναστολής. Υπό συνθήκες ισχυρής διέγερσης του θυρεοειδούς, το επίπεδο T3 παρέχει επίσης μια καλή εκτίμηση της θυρεοειδικής αποθήκης.

Τα ετερόφιλα αντισώματα στον ανθρώπινο ορό μπορούν να αντιδράσουν με τις ανοσοσφαιρίνες των αντιδραστηρίων, προκαλώντας παρεμπόδιση στους in vitro ανοσολογικούς προσδιορισμούς. Οι ασθενείς που εκτίθενται τακτικά σε ζώα ή σε προϊόντα από ορό ζώων μπορεί να είναι ευαίσθητοι σε αυτή την παρεμπόδιση και είναι δυνατό να παρατηρηθούν ανώμαλες τιμές. Μπορεί να απαιτούνται επιπλέον πληροφορίες για τη διάγνωση.

Η ύπαρξη αυτοαντισωμάτων έναντι των θυρεοειδικών ορμονών μπορεί να προκαλέσει παρεμβολές στην ανάλυση και η θεραπεία με αμιωδαρόνη μπορεί να οδηγήσει σε μείωση των επιπέδων της ολικής Τ3.

Εκτέλεση Αυθημερόν

Πίσω στο ευρετήριο